Η ενσυναίσθηση είναι μία χρυσή λέξη. Υποδηλώνει την επέκταση της αίσθησης του Εαυτού ενός ανθρώπινου όντος, πέρα από τα όρια της ατομικότητας του. Όταν έχω ενσυναίσθηση, έχω και την ικανότητα να νιώσω πως νιώθει ένας άλλος άνθρωπός, ή ακόμη και περισσότεροι.
Η ενσυναίσθηση αναφέρεται στη συναισθηματική μας νοημοσύνη. Γενικά είναι η ικανότητα να μπαίνω στη θέση του άλλου με τον οποίο είμαι σε μία σχέση, κυρίως είναι η κατανόηση του πώς νιώθει ο άλλος συναισθηματικά και πως βλέπει τον κόσμο.
Η λέξη ενσυναίσθηση, empathy στα αγγλικά, προέρχεται από την αρχαία Ελληνική λέξη εμπάθεια που σημαίνει έντονο πάθος. Στην σημερινή της εκδοχή, η λέξη εμπάθεια υποδηλώνει κάτι αρνητικό, μια προκατάληψη και έχει φτάσει σε αυτή τη μορφή μέσα από την χριστιανική πεποίθηση. Η πεποίθηση αυτή είναι ότι το πάθος καλύτερα να το αποφεύγουμε, γιατί δεν βοηθά την ψυχή.
Μπορούμε να κάνουμε ένα σημαντικό διαχωρισμό σχετικά με το πάθος, που βασίζεται στο συναίσθημα για δύο παρόμοιες καταστάσεις, την ενσυναίσθηση & την ταύτιση. Είναι δύο διαφορετικές καταστάσεις και λειτουργούν ανάλογα με το αν το άτομο έχει την ικανότητα να διαχωρίζεται ψυχολογικά μέσα στις σχέσεις που υπάρχει, ιδιαίτερα με τους σημαντικούς άλλους.
Περιγράφεται με επιστημονικούς όρους, ως "separation & individuation" (Margaret Mahler), δηλαδή διαχωρισμός & εξατομίκευση. Εμφανίζεται & αναπτύσσεται κυρίως ανάμεσα στο 14ο & 24ο μήνα από τη γέννηση. Τα μωρά σε αυτή την ηλικία προσπαθούν να πετύχουν μία ανεξαρτησία προς εξερεύνηση του περιβάλλοντος, διατηρώντας παράλληλα την εγγύτητα με τη μητέρα, η τον φροντιστή τους. Η διαδικασία αυτή, δημιουργεί μία κρίση ανάμεσα στην παντοδυναμία και την αφθονία της σχέσης με την μητέρα, με την ανάγκη για εξερεύνηση. Αυτό επιλύεται με την εμφάνιση της γλώσσας και την απαρτίωση του φίλτρου, μέσα από το οποίο κάποιος βλέπει τον κόσμο. Όταν δεν επιλυθεί σωστά, τότε υπάρχει αύξηση συμπεριφορών προσκόλλησης η αποφυγής.
Αν σαν ενήλικες έχουμε μία αίσθηση, όταν είμαστε σε σχέσεις με τους άλλους, ότι κάτι λείπει, δηλαδή όλα είναι καλά αλλά κάτι λείπει, είναι πιθανό να μην έχουμε την ικανότητα να διαχωριζόμαστε. Όταν αντιλαμβανόμαστε ως βίωμα, ότι είμαστε δύο διαφορετικά όντα με τους δικούς μας διαφορετικούς τρόπους έκφρασης, έστω και αν μιλάμε η επικοινωνούμε για την ίδια κατάσταση, έχουμε επιτύχει το να διαχωριζόμαστε και να μην ταυτιζόμαστε.
Εαν επιλέγω την ατομικότητα μου και παίρνω τα πράγματα προσωπικά, το βίωμα και η αντίληψη του εαυτού μου είναι διαφορετικό από το να γίνομαι πραγματικό μέλος ενός ευρύτερου ανθρώπινου συστήματος. Παρατηρώ και αποδέχομαι την αίσθηση του αβοήθητου που εμφανίζεται στη δεύτερη κατάσταση.
Οι περισσότεροι άνθρωποι οργανώνουμε τη ζωή μας γύρω από τις ανάγκες (οικογένεια, φίλους, εργασία, φιλοδοξίες, κλπ). Είναι αρκετά σπάνιο η ζωή μου να οργανώνεται με βάση την δύναμη της ενέργειας της ζωής, με ισορροπία των αναγκών μου, για υγιή εξάρτηση και ύπαρξη αρκετού χώρου για συνειδητή εξερεύνηση, για περιεκτικότητα μέσα και πέρα του στενού κύκλου.
Είμαστε πρόσωπα που καθώς διαχωριζόμαστε και εξατομικεύουμε το βίωμα της ζωής, γινόμαστε μέλη της ανθρωπότητας και χάνουμε το προσωπικό μέσα σε κάτι μεγαλύτερο.
Η ΔΙΑΦΟΡΑ ΤΑΥΤΙΣΗΣ & ΕΝΣΥΝΑΙΣΘΗΣΗΣ
ΤΑΥΤΙΣΗ = Πάθος χωρίς ικανότητα διαχωρισμού, που μας οδηγεί στην εμπάθεια (αρνητισμό & προκατάληψη). Προσπαθώ να διαχωριστώ εξωτερικά στην επιφάνεια από τους άλλους και αποτυγχάνω καθώς ασυνείδητα αδυνατώ να διαχωριστώ, είμαι έτσι σε προσκόλληση μαζί τους, ή αποφεύγω τους σημαντικούς άλλους σε ένα φαύλο κύκλο κρίσεων.
ΕΝΣΥΝΑΙΣΘΗΣΗ = Πάθος και ενθουσιασμός με ικανότητα διαχωρισμού, συμμετοχή ως μέλος & όχι ως άτομο με πάθος & ενθουσιασμό για ανακάλυψη εσωτερική και εξωτερική. Υγιής εξάρτιση με τους σημαντικούς άλλους και με μία αίσθηση έκτασης για μεγαλύτερη περιεκτικότητα μέσα μου και έξω μου.
ΓΙΑΤΙ ΕΙΝΑΙ ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ Η ΕΝΣΥΝΑΙΣΘΗΣΗ;
Η ενσυναίσθηση αναφέρεται στη συναισθηματική μας νοημοσύνη. Είναι να μπορώ να μπαίνω στη θέση του άλλου και να βλέπω τα πράγματα και τις καταστάσεις όπως τα βλέπει αυτός. Η ικανότητα δηλαδή να αλλάζω εστιακό σημείο μέσα στη συνείδηση μου. Η ικανότητα να βλέπω τον άλλον από μέσα.
Αν πάρουμε ως δεδομένο, ότι το βίωμα μου είναι μία αντανάκλαση αυτού που πραγματικά είμαι, τότε η ενσυναίσθηση που έχω για τον άλλο, αποκτά το νόημα του πώς με βλέπει του πώς φαίνομαι δηλαδή απ'έξω.
Έχοντας ενσυναίσθηση, υποδηλώνω ότι αναγνωρίζω την μορφή μου, του ποιος είμαι κι έτσι έχω την ικανότητα να μεταμορφωθώ συνειδητά, ανάλογα με τη κατάσταση της ζωής και να προσαρμοστώ. Δεν είμαι πρόσωπο, είμαι μέλος ενός ευρύτερου συνόλου. Αποδέχομαι ότι χάνω την ατομικότητα μου μέσα σε κάτι μεγαλύτερο, σε μια μεγαλύτερη δύναμη. Έτσι αλλάζω το βίωμα μου συνειδητά. Με την ενσυναίσθηση γίνομαι ένα με τον άλλον ως μέλος ενός συστήματος δυαδικού. Στη συστημική ενσυναίσθηση, γίνομαι μέλος μιας ομάδας και μπορώ να αντιλαμβάνομαι την διαφορετικότητα μου ως μέλος ενός ευρύτερου συνόλου, της ομάδας.
Αντίστροφα, αν δεν έχω ενσυναίσθηση, τότε είμαι σε ταύτιση και αυτό που αντιλαμβάνομαι συνήθως είναι μία εικόνα που έχω για τον εαυτό μου που βασίζεται σε προσκόλληση, σε ανεπεξέργαστες μνήμες, συναισθήματα παρελθόντος, σενάρια συμπεριφορών κλπ.
Οι περισσότεροι άνθρωποι που λειτουργούν χωρίς ενσυναίσθηση, βρίσκουν ακόμα τον εαυτό τους σε ένα νεφελώδες τοπίο, όπου δεν αναγνωρίζουν τους περιορισμούς τους ως ανθρώπινα όντα και αποζητούν να αναπαράγουν αυτή τη μητρομέριμνα της πρώτης παιδικής ηλικίας, με την αίσθηση παντοδυναμίας και αφθονίας. Αυτοί ζουν σαν πρόσωπα και όχι σαν μέλη, παίρνουν τα πράγματα προσωπικά.
Τι συμβαίνει τότε; Έχω ένα πάθος, αλλά δεν με μεταμορφώνει το πάθος μου, είναι περισσότερο μία παρόρμηση παρά ένας ενθουσιασμός.
ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΟΥ ΚΑΘΡΕΠΤΗ
Ας υποθέσουμε, ότι έχουμε ένα καθρέπτη στο σπίτι μας και βλέπουμε τον εαυτό μας:
Μετά από χιλιάδες χρήσεις, αν αυτός ο καθρέπτης θυμάται και προβάλει κάθε φορά το 10% από τις προηγούμενες εμφανίσεις μας, τότε δεν είναι καλός καθρέπτης.
Τώρα έχουμε έναν άλλο καθρέπτη και αυτή τη φορά μας αντανακλά τέλεια. Την στιγμή που θα φύγουμε δεν υπάρχει πια καμία προβολή στη μνήμη του, γιατί καμία μνήμη δεν χρειάζεται να μένει.
Όλη η διαδικασία των σχέσεων λοιπόν αλλάζει προοπτική, έτσι, μέσω της ανάπτυξης της ικανότητας για αληθινή χρήση της ενσυναίσθησης (του καθρέπτη).
Δημιουργείται η ικανότητα, να μπορώ να ελέγχω με αυτό τον τρόπο τη πραγματικότητα από της δύο πλευρές, την δική μου και του άλλου ως καθρέπτη μου.
Comments